Η ασταμάτητη πολυλογία της Δωροθέας που ανακαλύπτει με υπέρμετρο ενθουσιασμό ότι λέει ό,τι θέλει. Δεν άφησε χαμένη καμία ευκαιρία.
Κι έκανε σύνθημα δύο φράσεις «Τι καλάαααα!» και «Όχι πάλιιιιι!». Α ,ναι…και μια ερώτηση «Φτάσαμεεεε;».
Το θαλάσσιο μακαρόνι που τα παιδιά έκαναν αλογάκι μέσα στη θάλασσα.
Τα μουλιασμένα χεράκια από τις παλαμίτσες τους που λατρεύω να φιλάω και να κλείνω στην παλάμη μου. Σαν να κλειδώνω την ανάμνηση στο χρόνο, τον πιέζω να μην την ξεθωριάσει.
Οι κατακόκκινες νόστιμες ντομάτες που εξαφανιζόντουσαν πρώτες από τη σαλάτα.
Κι όταν μπούκωναν τα στοματάκια των παιδιών είχα δυο εικόνες. Στον μεγάλο να τονίζεται η ελίτσα του πάνω από τα χείλη και στη μικρή να στάζουν τα ζουμιά, ενώ έσμιγε ταυτόχρονα τα φρυδάκια της.
Οι ματιές μου που στα πάντα έψαχναν αφορμή για μια φωτογραφία. Φταίει που το καλοκαίρι το θέλω κοντά μου 365 μέρες το χρόνο. Έστω να το ξαναζώ μέσα από εικόνες.
Τα χρώματα που γέμισαν το μπλε του ουρανού και της θάλλασας από τα water sports και έφτιαξαν κάτι που μοιάζει με το φανταστικό στο μυαλό μου νησί της χρωματοαισιοδοξίας.
Οι νησιώτες που άσπριζαν αυλές και πλακόστρωτα δρομάκια. Εκκλησίες και πεζούλια.
Οι βουκαμβίλιες που ξέρουν να κλέβουν τις καρδιές όλων και πάντα.
Τα γραφικά καφενεδάκια που καταλαβαίνεις ότι φτιάχτηκαν με μεράκι και αγάπη στην αλήθεια της απλότητας.
Τα σύκα, το σταφύλι, ο δυόσμος και ο βασιλικός, τα χόρτα και τα λεμόνια της σπιτικής αυλής.
Τα παιχνίδια στη θάλασσα που διασκέδαζαν τα παιδιά και στα μάτια τους έβλεπα εμένα, τα αδέρφια μου και τα ξαδέρφια των παιδικών μου αναμνήσεων. Την ίδια στιγμή που μέσα από το σημερινό μου εαυτό συναντούσα ξανά τους δικούς μου γονείς, του τότε.
Τα γέλια με τους φίλους.
Οι καβγάδες με ασήμαντη αφορμή.
Τα κόμικς που όσες δεκαετίες κι αν περάσουν, πάντα θα ξεκουράζουν τα μεσημέρια τα παιδιά.
Το κατακόρυφο μέσα στο νερό που προσπαθούσα να δείξω στο γιο μου και ακουγόταν να φωνάζει “Ουάουυυυ!” ενώ δεν το είχα πετύχει.
Οι βουτιές του που ήταν καλύτερες φέτος, αλλά έχει μέλλον ακόμη και πανηγύριζε να μας προλάβει ότι ήταν τέλειες! Φυσικά και ήταν.
Το αλάτι στο σώμα που τα μεσημέρια δεν ήθελα να βγάλω από πάνω μου, γιατί έτσι καταλαβαίνεις καλοκαίρι. Με την αλμύρα όλη μέρα πάνω σου.
Το μπουκάλι με το νερό που ξέπλενε τα αμμώδη πατουσάκια, πριν μπούμε στο αυτοκίνητο, για να γίνουν ξανά καθαρά πατουσάκια.
Τα νεκταρίνια που έτρωγαν στη θάλασσα. Και τα κουλούρια Θεσσαλονίκης.
Ο καφές που ανυπομονούσα να φτάσει στα χείλη το πρωί.
Τα προσωρινά και εναλλακτικά κατοικίδια της οικογένειας στις διακοπές. Θα αναφερθώ σε αυτό κάποια άλλη στιγμή ίσως.
Τα πότε απορημένα, πότε γελαστά βλέμματα όσων βρισκόντουσαν γύρω μας, όταν βγάζαμε λίγο πιο δημιουργικές φωτογραφίες.
Η άμμος που γλιστρούσε από τα χέρια.
Τα βότσαλα που κάθε μέρα αυξανόντουσαν και βάραιναν τις τσάντες μας.
Η μικρή που ήθελε τον μπαμπά της ολόδικό της και όταν τον έβλεπε να δουλεύει στον υπολογιστή σκαρφάλωνε στους ώμους του.
Τα κύματα που έσκαγαν στους βράχους και με γοήτευαν γιατί μου θύμιζαν, τον χειμώνα που πέρασε.
Τις στιγμές που κάπως το έσκαγα και χανόμουν στην αγκαλιά της αιώρας στην αυλή. Ο πιο γλυκός σύντομος ύπνος.
Η BBQ βραδιά που διοργανώθηκε στο σπίτι με οικογένειες φίλων που έτυχε να διακοπάρουν στα μέρη μας κοινές μέρες.
Tο κουβαδάκι που χάσαμε.
Η μάσκα θαλάσσης που χάσαμε.
Η καινούργια που ξαναχάσαμε. 🙂
Τα αγαπημένα μου γυαλιά ηλίου που έσπασα στην ξαπλώστρα. Για εκείνη τη μικρούλα, για να την προσέξω όπως κατέβαινε.
Η μέρα που πέρασα στην παραλία μόνη με το βιβλίο μου.
Τα σουβλάκια που μύριζαν στο αυτοκίνητο.
Η ξυπόλητη Δωροθέα στην αυλή που μετά ζητούσε φιλιά στα μαύρα πατουσάκια, γιατί κάτι πάτησε.
Το δεντράκι που «γεννήθηκε» λίγο πιο πέρα από το άλλο ιδιαίτερο δεντράκι μας, χωρίς να το έχουμε επιδιώξει.
Τα πρόβατα που βοσκούσαν ακριβώς έξω από το σπίτι.
Τα παγωτά που ανταγωνιζόντουσαν για την πρωτιά σε γεύση.
Η παχιά σκιά καταμεσήμερο σε αγαπημένη παραλία.
Το ταβερνάκι που σερβίρει θαλασσινά στο αγαπημένο μας ψαροχώρι ακριβώς δίπλα στο κύμα.
Η γνωριμία και το παιχνίδι του Στέφανου με ένα κοριτσάκι στην παραλία που έκαναν τα δελφίνια και ένωναν κάτω από το νερό τις μάσκες που φορούσαν. Σαν love dolphins 🙂
Τα μαγιό που άπλωνα στα κάγκελα του σπιτιού τα πρωινά, όταν η υγρασία της προηγούμενης νύχτας δεν είχε βοηθήσει στο στέγνωμα.
Το τσαντάκι που αγόρασε με αποφασιστικότητα η μικρή και το γέμιζε κάθε μέρα με οδοντόκρεμα, οδοντόβουρτσα και παλιά βαγόνια από τρενάκι του αδερφού της. Όλα αυτά για να πάει παραλία.
Τα αλατισμένα μαλλιά που χάζευα και στους τρεις που είχα απέναντί μου.
Τα μεσημέρια που μοιράζαμε με τον Δημήτρη, γιατί η Δωροθέα δεν κοιμόταν με τίποτα. «Σειρά μου να κοιμηθώ σήμερα!».
Το σεντόνι που με μισοσκέπαζε γιατί είχε ψύχρα τα βράδια. Μόνο εγώ στους τέσσερις το ήθελα.
Τα γλυκά που έτρωγα στο σκοτάδι, όταν είχε φτάσει 04:30 και εγώ ακόμη δεν είχα κοιμηθεί.
Τα δυνατά γέλια όσο διάβαζα που σχεδόν εκνεύριζαν τον Δημήτρη και ήξερα ότι δε μπορεί να καταλάβει πόση πλάκα είχε στα αλήθεια η περιγραφή ενός χειρουργείου. 😀
Τα άσπρα σημάδια στο σώμα που άλλαζαν ανάλογα με το μαγιό.
Το αντηλιακό που τους έβαζα τακτικά, αλλά εκεί στη μυτούλα και τα μαγουλάκια επέμενα λίγο παραπάνω. Έτσι, γιατί ήταν αξιαγάπητα τα προσωπάκια τους.
Την κοινωνική πλευρά της μικρής που έπιανε παρέα με όλα τα παιδάκια, έπαιζε με τα παιχνίδια τους και μόλις πλησίαζαν τα δικά της πάθαινε πανικό. Κι εγώ να ξαναλέω το ποιηματάκι μου περί μοιράσματος και να γνωρίζω έτσι τις μαμάδες. Παρακαλώντας από μέσα μου στα αλήθεια να με καταλάβουν. Είναι 2,5 κι έχει ένα ελάττωμα. Θα μάθει, πού θα πάει.
Το κουλουράκι που έκοβε και έδινε σε όποιο παιδάκι έβλεπε ό,τι ήθελε. Χωρίς δυσκολία. 🙂
Το «φεγγαράκι μου λαμπρό» που τραγουδούσε ολόκληρο η ίδια δεσποινίδα, κάθε φορά που έβγαινε το φεγγάρι.
Την κουκουβάγια που ακούγαμε με τον μπαμπά της το βράδυ που εκείνη κοιμόταν και μπαίναμε στον πειρασμό να την ξυπνήσουμε.
Τα αστέρια που βλέπαμε από σκοτεινή αυλή και ήταν αμέτρητα. Κι όταν έπεσε ένα, μόνο ένα, δεν πρόλαβε κανένας μας να κάνει ευχή. Είχε απορίες ο γιος και χάλασε η συγκέντρωση του μυαλού. 🙂
Την τεράστια μέλισσα, αν ήταν τέτοια δηλαδή και όχι εξωγήινο πετούμενο, που με έκανε να πεταχτώ από την αιώρα και να τρέξω γρήγορα μέσα στο σπίτι. Σαν πεντάχρονο. 🙂
Το παγωτό χωνάκι που ντράπηκα να φάω, όταν μέσα στον κόσμο άρχισε να φωνάζει ο Στέφανος σαν σύνθημα σε γήπεδο «γλύψε, γλύψε, γλύψε!». OMG…Κάπως έτσι έγινα μια γυναίκα κατακόκκινη με ένα παγωτό χωνάκι στο χέρι και μια τεράστια επιθυμία να ανοίξει εκείνο το κομμάτι γης που δεν ανοίγει ποτέ την κατάλληλη στιγμή.
Το τρέξιμο “καυτή πατάτα” στην καυτή άμμο.
Οι βουτιές με το ζόρι που μου έκανε ο Δημήτρης με σύμμαχο τον ξελιγωμένο από τα γέλια Στέφανο και τις κραυγές ενθουσιασμού της Δωροθέας.
Το βράδυ που τη μια γελούσαμε, την άλλη κάναμε ο ένας στον άλλο μούτρα και δεν είμαστε σίγουροι οι απρόβλεπτες συναντήσεις με γνωστούς σε ποια φάση μας πέτυχαν. Είμασταν μια ωραία ατμόσφαιρα. 😀
Τα χεράκια που κρατιόντουσαν στα δρομάκια και έκαναν την καρδιά μου να λιώνει πιο γρήγορα από το παγωτό. (Για το οποίο πολύς λόγος γίνεται σήμερα).
Την έκφραση προσώπου του Δημήτρη όταν σε μια φωτογραφία του εξήγησα τι θέλω να τραβήξει και για να τον βοηθήσω, του είπα ανέμελα: «Σκέψου ότι είμαι fashion blogger!». Σου λέει πάνω που άρχισαν να της αρέσουν οι φωτογραφίες μου, τώρα φορτώνει στο σύστημα νέα δεδομένα. Πέθανα στα γέλια. 😀 😀
Η ξαφνική βροχή στην παραλία. Τα πράγματα που γρήγορα όλοι μαζεύαμε και τρέχαμε στα αυτοκίνητα για προστασία.
Η επιστροφή στις ξαπλώστρες με τον μουντό ουρανό και η επιμονή για παραμονή.
Το κολύμπι ενώ έβρεχε. Η πιο τέλεια αίσθηση που με «πήγε» εκεί που ήμουν μόνο 17.
Το καλύτερο cocktail που έχω πιει ποτέ και δεν λέω να ξεπεράσω. 🙂
Τα κλάματα που έβαλα, όταν κανείς δε με έβλεπε στα αλήθεια.
Η έμπνευση που «γεννιόταν» τη στιγμή που κυριαρχούσε η λύπη.
Το ψάρι που η νοστιμιά του με έκανε τρισευτυχισμένη.
Το «Πόσο όμορφη είναι σήμερα η μαμά!» από εκείνον, που μπορεί να άκουσα περισσότερο από ποτέ!
Οι στιγμές που τους έβλεπα και τους τρεις να αγκαλιάζονται και να σκορπούν τα σ’αγαπώ όλο γλύκα.
Τη φωνούλα που έσταζε μέλι, όταν ο Στέφανος ήθελε να μας ζητήσει κάτι με σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας. Μαζί με ματάκια λαμπερά λες και πετάνε νεραϊδόσκονες για να πιάσει η επιθυμία.
Το ένα ανέκδοτο που έχει μάθει και το έλεγε κάθε μέρα, σαν να είναι ολοκαίνουργιο. ♥
Τις συνεχόμενες ατάκες από αγαπημένες του παιδικές ταινίες που έλεγε και ξανάλεγε. Με την αδερφή του τεράστια θαυμάστρια να του ζητάει «Τέτανε, κι άλλο!». Τέτανος= Στέφανος
Το αεροπλανάκι που την έκανα μέσα στο νερό και ήταν μιας πρώτης τάξεως άσκηση βαρών για μένα, διασκέδασης για εκείνη.
Τα λουλούδια που έκοβαν και μου έφερναν για έκπληξη.
Το παιχνίδι ρόλων των παιδιών που έκαναν ότι είχαν εστιατόριο. Στιγμές απείρου κάλλους! 🙂
Οι 183 φωτογραφίες σε ένα και μόνο σούρουπο.
Η λύπη του που θα επιστρέφαμε στην πόλη και δε θα μας ζούσε το ίδιο.
Η λύπη μου που δεν περάσαμε χρόνο μόνο οι δυο μας ούτε αυτό το καλοκαίρι.
Σε γέμισα εικόνες και περιγραφές από τη διακοπές μας στην Πάρο και το πέρασμα στην Αντίπαρο. Για το αγαπημένο Ναύπλιο που είναι σαν να κατάγομαι από εκεί, τόσο που το ζω και που το ξέρω, θα δημιουργήσω μια σειρά αναρτήσεων. Δε γίνεται να στα δείξω όλα σε μία! Έχω τόσα να μοιραστώ, να σου πω να γνωρίζεις πριν την επόμενη επίσκεψή σου στον αγαπημένο προορισμό όλων. Stay tuned! 😉
Θα πεις στους φίλους σου να μπουν να διαβάσουν αυτό το άρθρο; Sharing is magic!